Περιγραφή:
[...]Η ιδέα, ο σχεδιασμός και η διεξαγωγή της έρευνας, για τις συνέπειες της επιβολής του μονοτονικού, είναι προϊόν παρατηρήσεων και προβληματισμών που έγιναν σε χώρο όχι της εκπαίδευσης, αλλά της υγείας, όταν διαπιστώθηκε ότι, εκτός από τους φυγόπονους διορθωτές ("κάτω τα αιματοβαμμένα γραπτά"), τώρα έχουμε και πελατοθήρες θεραπευτές... καθώς και βεβαιωσιολόγους για μαθησιακές δυσκολίες, δυσλεξίες και "δυσλεξίες".[...]
Τα ευρήματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι με την εκμάθηση των αρχαίων ελληνικών-ιστορικής ορθογραφίας ωριμάζουν ταχύτερα: οι οπτικές λειτουργίες, καθώς και οι γνωστικές, όπως η Αντίληψη και η Μνήμη. Δηλαδή διαπιστώθηκε θετική επίδραση στις οπτικοαντιληπτικές ικανότητες και λειτουργίες των παιδιών, από 6 έως 9 ετών, τις οποίες η εκμάθηση αυτή αναπτύσσει με επιταχυνόμενο ρυθμό. Και, όπως είναι γνωστό, η ωρίμανση των οπτικοαντιληπτικών και γνωστικών ικανοτήτων και λειτουργιών συνεπάγεται και περαιτέρω θετική σχολική επίδοση.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οταν ψηφιζόταν σε μεταμεσονύκτια συνεδρίαση της Βουλής η τροπολογία Βερυβάκη για το μονοτονικό, η τότε κυβέρνηση, θωπεύοντας τον αριστερίστικο λαϊκισμό, ξεπούλαγε κάτι που ούτως ή άλλως δεν γνώριζε και δεν την ενδιέφερε! Ενα κομμάτι της Παιδείας συνυφασμένο, όχι μόνο με την αρχαιοελληνική παράδοση, αλλά και με την πνευματική παρακαταθήκη του νέου Ελληνισμού από το 18ο ήδη αιώνα! Ολ οι θαυμαστοί 300, μαζί, συμπεριφέρθηκαν σαν αγράμματη γριούλα που βρίσκοντας στο σεντούκι της παλιά μπαρουτοκαπνισμένα κουμπούρια, τα δίνει στο γύφτο για ν αδειάσει τον τόπο από τη «σαβούρα». Δεν ρωτάει κανέναν, και δεν θα μάθει ποτέ τι έχασε...
Κι ας φώναζε ο Ελύτης: «Είμαι υπέρ του παλαιού συστήματος, εναντίον του μονοτονικού και υπέρ της διδασκαλίας των Αρχαίων. Είναι η βάση για να ξέρεις την ετυμολογία των λέξεων». (Και πώς θα καταλάβεις άραγε Ελύτη χωρίς αυτή την έρμη την ετυμολογία;) Κι αλλού ξανά, γραφικότερα: «...κάθε ύψιλον, κάθε οξεία, κάθε υπογεγραμμένη, δεν είναι παρά ένας κολπίσκος, μια κατωφέρεια, μια κάθετη βράχου πάνω σε καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών...». Δεν ήξερε αυτός, ήταν ποιητής!
Κι ας επέμενε ο Καστοριάδης: «Ν αφήσετε τους τόνους και τα πνεύματα, γιατί αυτοί που τους βάλανε ήξεραν τι κάνανε. Η κατάργησή τους είναι κατάργηση της ορθογραφίας, που αποτελεί καταστροφή της συνέχειας. Ηδη τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων ελληνικών. Δηλαδή, πάμε να καταστρέψουμε ό,τι χτίσαμε!» Ηταν οπισθοδρομικός αυτός, παρωχημένος!
Κι ας ανέλυε ο Ρένος Αποστολίδης, φιλολογικότατα: «Η ορθογραφία δεν μπορεί παρά να είναι ιστορική, αφού η ορθή γραφή κάθε λέξης ακριβώς [...] εκκαλεί όλο το παρελθόν εμπειρίας, που αιώνες ποικιλοχρησίας συσσώρευσαν μέσα της, δυναμικοποιεί δηλαδή το θησαυρό της σε νόημα και ποιότητες ανεκτίμητες και βοηθεί άρα στο να ξελαμπικάρεται η λέξη διαρκώς, ν αναπαρθενεύεται, να γίνεται η σημασία της πολυδύναμη...!»
Πλανιόντουσαν όλοι, κι εμείς, πραγματιστές, προσγειωμένοι, πρακτικοί, βρήκαμε τη λύση! Κι όχι πως ήταν τάχα θέμα ΠΑΣΟΚ. Η δεξιά αντιπολίτευση λούφαζε με μόνη αντιγνωμία τού -κατά φαντασίαν «συγγραφέα» κιόλας!- Αβέρωφ, που ψέλλισε πως: «χρειάζεται μια ειδική μελέτη», παραδεχόμενος όμως πάντως πως «είναι μία απλούστευση, η οποία θα είναι χρήσιμη για την... απλούστευση (sic) των νέων γενεών». Πολύ σωστά: «Για την απλούστευση των νέων γενεών»! Για να τους απλουστεύουμε, να τους διευκολύνουμε, να τους αλαφρύνουμε από το περιττό βάρος της γνώσης, της προσπάθειας, του όλου παραδεδομένου γλωσσικού πλούτου, αφήνοντάς αδειανό τον εγκέφαλο για να τον γεμίσουν άμεσα με «πόκεμον» και joystick, με Excel και Word αργότερα. Ετσι, μας ενοχλούσε, λέει, το ιστορικό σύστημα τονισμού, παραήταν σύνθετο, «κούραζε αναίτια τα παιδιά», και το πετάξαμε στα σκουπίδια, χωρίς κανείς να σκεφτεί πως το απλούστερο που υιοθετήθηκε είν εξ ορισμού κι ατελέστερο, κι άρα γι αδαείς της γλώσσας μόνον, και για τις καθημερινές μας κουβέντες, ούτε για Επιστήμη ούτε για Λογοτεχνία στα σοβαρά ούτε για λόγο «ανεβασμένο» γενικώς, παρά για ομιλούντες μπαμπουίνους...
Μα ήταν πάντα η μεγάλη μάζα των αγραμμάτων, των τεμπέληδων μαθητών και των πεισματωμένων γονιών από τα δικά τους παθήματα από κακούς κι ανέμπνοους δασκάλους, που ποτέ δεν τους είχαν εξηγήσει τι εσήμαινε κάθε σύμβολο, παρά ήξεραν μοναχά να κόβουν βαθμούς με χαιρεκακία για κάθε δασεία που βρισκαν να σου χει ξεφύγει σαν τους τροχαίους της επαρχίας με τα ραντάρ. Κι ήταν και τα συμφέροντα των εκδοτών και των συγκροτημάτων Τύπου που ριχναν τόσο το κόστος της στοιχειοθεσίας και, και, και... Για όλους βολικό!
Και βρισκόμαστε να χουν περάσει 20 χρόνια αποξένωσης από την ιστορική μορφή των λέξεων χωρίς μια επιστημονική μελέτη για το τι σήμαινε γνωστικά αυτή η απώλεια! Και τώρα η απάντηση δεν μας έρχεται από δάσκαλους, με τη συγκομισμένη πείρα της καθημερινής διδακτικής (αλλά και πόσο σπαταλημένη όμως στους λαβύρινθους της περιπτωσιολογίας!), μήτ από γλωσσολόγους, μήτ από παιδαγωγούς, παρά από τους γιατρούς! Ναι, από ψυχιάτρους και στατιστικολόγους, που μιλάνε με την αδυσώπητη γλώσσα των αριθμών για την «εκδίκηση των τόνων»!
Το βιβλίο των Τσέγκου-Παπαδάκη-Βεκιάρη δεν είναι παρά μια γλαφυρή δημοσίευση (κι απολύτως βατή στον μη εξοικειωμένο αναγνώστη) των αποτελεσμάτων μιας ψυχιατρικής έρευνας πάνω σε 50 παιδιά πρώτης έως τρίτης Δημοτικού, προσεκτικά επιλεγμένα, ώστε ν αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα πληθυσμού, δίχως καμμία ιδιαιτερότητα, που αφού μετρήθηκαν αναλυτικά μ έγκυρες δοκιμασίες (tests) οι ψυχικές τους δεξιότητες, τα μισά απ αυτά διδάχτηκαν εθελοντικά Αρχαία και πολυτονικό παράλληλα προς τ άλλα τους μαθήματα. Και με το τέλος της χρονιάς ξανάγινε η ίδια αντικειμενική αξιολόγηση των ικανοτήτων τους. Τ αποτελέσματα παρουσιάζονται με απόλυτη σαφήνεια σε μόλις δύο σελίδες:
Οι «πολυτονικοί» εμφανίζουν στατιστικώς σημαντική ανοδική διαφορά στη «συναρμολόγηση αντικειμένων», στη «διάκριση γραφημάτων», στη «μνήμη σχημάτων»! Αντιθέτως, οι «μονοτονικοί» παρουσίασαν διαφορά μονάχα στη «μνήμη εικόνων» αλλά... προς τα κάτω! Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι η διδασκαλία της ιστορικής ορθογραφίας επιδρά θετικά στις οπτικοαντιληπτικές ικανότητες και λειτουργίες των παιδιών, και μάλιστα στην κρίσιμη ηλικία των 6-9 ετών, όπως αυτές κατεξοχήν αναπτύσσονται. Και γιατί; Η επίδραση αυτή ανάγεται άμεσα στο είδος του ερεθίσματος: οσο πλουσιότερο σε οπτικά σημεία (τόνους και πνεύματα) το γνωστικό αντικείμενο τόσο περισσότερο εξαναγκάζεται σε εστίαση της προσοχής του ο δέκτης κι εξασκείται στην αναγνώρισή τους, αποκτώντας επιπλέον ικανότητα ταύτερης οφθαλμικής κίνησης και ισχυρότερης συγκέντρωσης. Τα πολλά λόγια βλάπτουν, οι τόνοι όμως ωφελούν!
Οσοι θα θελαν να ερευνήσουν ακριβέστερα το πώς και τι, μπορούν να μελετήσουν τις 50 σελίδες με τους διαφωτιστικότατους πίνακες και τα συγκριτικά διαγράμματα ή να ελέγξουν τη μεθοδολογία της έρευνας. Οι δύο σελίδες ωστόσο των πορισμάτων θα πρεπε να τυπωθούν σε είκοσι ή τριάντα χιλιάδες αντίτυπα και να μοιραστούν σ όλους τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν Ελληνικά στα σχολεία, για να ξέρουν πόσο στραβώνει τα παιδιά και η δικιά τους άγνοια πλέον, και να ναι συνυπεύθυνοι με την αβελτηρία τους εφεξής να υψώνουν τη φωνή τους και για θέματα παιδείας καθαρά, κι όχι μόνο για τους μισθούς τους έξω από τα υπουργεία, με τις ντουντούκες!
Θυμάστε που, χρόνια πίσω, κάτι δάσκαλοι του «πρακτικού» ισχυρίζονταν πως ήταν ανώτερο από το «κλασικό» διότι «τα μαθηματικά οξύνουν τον νουν». Κι εμείς κοροϊδεύαμε βέβαια, μα έλα που βρέθηκε επιστημονικά μετρημένο, με τα μαθηματικά τους κιόλας, πως τ Αρχαία και η ορθογραφία εντέλει όξυναν περισσότερο τον νουν! Αυτή κι αν είν εκδίκηση των τόνων!..
Πέρα όμως από αστεία κι αντεκδικήσεις, χρόνια τώρα ακούγονται τα φληναφήματα διαφόρων πως τάχα «τίποτε δεν χάσαμε με το μονοτονικό» κι «άχρηστες όλες εκείνες οι κουτσουλιές πάνω απ τις λέξεις» και «οι αρχαίοι δεν τα χαν, οι Αλεξανδρινοί τα πρόσθεσαν» και «το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω» κι άλλα τέτοια επιπόλαια κι αντιεπιστημονικά. Οι αποδείξεις για το τι χάσαμε βρίσκονται μπρος στα μάτια μας. Μήπως ξαναδιαβάζουν κάποιοι στον τοίχο, γραμμένο από αόρατο χέρι, εκείνο «Μανέ, τεκέλ, φαρές» που είδε ο τελευταίος Βαβυλώνιος βασιλιάς, σαν έμπαινε κιόλας στις πύλες της πρωτεύουσας του ο Πέρσης που θα τον αφάνιζε κι αυτόν και το θρόνο του;.. «Μετρημένα, ζυγισμένα, διαιρεμένα» -δηλαδή: «τέλειωσες!» τον προειδοποιούσε τότε ο προφήτης. Μήπως δεν χρειαζόμαστε προφήτες πια, παρά μας αρκούν οι φωνές όσων ξέραν ακόμα να χρησιμοποιούν αυτά τα «σημαδάκια» που μονοκοντυλιά κατάργησαν ανεγκέφαλοι κυβερνώντες, κι αν δεν μπορούν να σκεπάσουν τα μουγκανητά των «αρμοδίων» των υπουργείων όποιας Παιδείας εδώ και μίαν εικοσαετία, είναι πάντως σοβαρότατες και τώρα πια κι επιστημονικά επιβεβαιωμένες, ώστε να υποψιάζουν για το τι επίκειται;
Ασφαλώς το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω! Μόνο, συμφορά μας! Θα τρέχουμε για καθαρό νερό από τα νάματά του, αύριο με τον κουβά, μεθαύριο με το κουταλάκι!*
* Ο γράφων υπήρξε παθών του παλιού κακού εκπαιδευτικού συστήματος ως ανορθόγραφος στους τόνους και τα πνεύματα, καθ ο ακουστικός τύπος κι όχι οπτικός, και έκλαψε πικρά πάνω σε δασυνόμενες που του ξέφευγαν μονίμως, κι ωστόσο η μάθηση γίνεται μετά λύπης, όπως τό λεγε κι ο Αριστοτέλης, ενώ η «χαρούμενη γνώση» δυστυχώς ακόμα δεν βρέθηκε!