Κρατάτε γερά !


Σε όσους απέμειναν όρθιοι: Καρτερία και Ευψυχία !

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

ΠΩΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΕΡΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ; ΩΣ ΕΛΛΗΝΕΣ Ή ΩΣ ΑΝΘΕΛΛΗΝΕΣ;

Αλβανία και Αλβανοί πρόβλημα των Βαλκανίων
Οι Ιλλυριοί πρόγονοι που εξαφανίστηκαν... Λαός σκληροτράχηλος, τυχοδιώκτης και επιθετικός. Εθνικός τους ήρωας ο Σκεντέρμπεης αλλά φίλοι τους οι Τούρκοι. Εισέβαλαν στην Αττική, Βοιωτία, Κορινθία... Μεγάλες ιδέες, Μεγάλη Αλβανία και οικειοποίηση προσωπικοτήτων.
 

Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΜΟΥΖΑΚΗ

Οι "γιοι των αετών", όπως αυτοαποκαλούνται οι Αλβανοί, εισήλθαν αιφνίδια στη ζωή μας τα τελευταία 25 χρόνια με το άνοιγμα των συνόρων. Η ελληνική κοινωνία, που για πρώτη φορά στην ιστορία της έγινε δέκτης μεταναστευτικών κυμάτων, αντιμετωπίζει μέχρι τώρα με καχυποψία τους Αλβανούς επισκέπτες. Αλλά κι εκείνοι από τη μεριά τους μας κατηγόρησαν (κι ακόμη αρέσκονται να μας κατηγορούν, παρόλο που πολλοί απ' αυτούς έχουν γίνει πλούσιοι στην Ελλάδα) για εκμετάλλευση της εργατικής τους δύναμης. Οι Aλβανοί βρέθηκαν στο προσκήνιο των διεθνών εξελίξεων ως σημαντικός, αλλά αποσταθεροποιητικός παράγοντας στα Βαλκάνια. Ποιοι, λοιπόν, είναι οι Αλβανοί, από πού ήρθαν και τι ρόλο διεδραμάτισαν μέσα στην ιστορία και στον πολιτισμό των Βαλκανίων;

Οι Ιλλυριοί, που αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο, θεωρούνται οι πιθανότεροι πρόγονοί τους, που όμως δεν διατήρησαν την εθνική τους καθαρότητα στο πέρασμα των αιώνων, με αποτέλεσμα οι σημερινοί Αλβανοί να είναι και μείγμα Δακών, Σλάβων, Βουλγάρων, Γότθων και άλλων λαών. Η ινδοευρωπαϊκή αυτή φυλή εμφανίστηκε στα Βαλκάνια τον 14ο αιώνα π.Χ. πιθανόν από τα βορειοδυτικά αφομοιώνοντας παλαιότερους πληθυσμούς και απωθώντας προς Aνατολάς και Nότο τους Θράκες που προϋπήρχαν. Σύμφωνα με τη μυθολογική εκδοχή, ο Ιλλυριός, γενάρχης και ήρωας των Ιλλυριών, ήταν γιος του Κάδμου και της Αρμονίας, που ήρθαν από τη Θήβα ή του Κύκλωπα Πολύφημου και της Γαλάτειας.

Οι Ιλλυριοί δεν επεξέτειναν την παρουσία τους σε όλη την έκταση της σημερινής Αλβανίας, παρά μόνο στο κεντρικό και βόρειο τμήμα της, καθώς και στην Ιταλία. Στις υπόλοιπες περιοχές οι Έλληνες, ιδιαίτερα οι Κορίνθιοι, οι Κερκυραίοι και οι Ηλείοι ίδρυσαν αποικίες, όπως τη γνωστή από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο Επίδαμνο (σημερινό Δυρράχιο), την Απολλωνία κ.ά. Γι' αυτό και ο αλβανικός Nότος είναι διάσπαρτος από αρχαιοελληνικά μνημεία, που χωρίς κανένα σεβασμό στην Ιστορία παρουσιάζονται από τους Αλβανούς σαν δείγματα του σπουδαίου πολιτισμού των προγόνων τους. Οι Ιλλυριοί, όμως, δεν δημιούργησαν κανέναν πολιτισμό, γεγονός που καθορίστηκε και από τον τρόπο ζωής τους. Οργανωμένοι σε μικρές φυλές, σκληροτράχηλοι και νομάδες, κάλυπταν τις βιοτικές ανάγκες με λεηλασίες και αρπαγές σε βάρος γειτονικών φυλών, συνήθεια που μαζί με την πειρατεία έγινε η κύρια απασχόλησή τους για αιώνες (για τον λόγο αυτό καθυστέρησε και η πολιτιστική ανάπτυξη της Μακεδονίας, που από τον 7ο π.Χ. αι. αναγκαστικά βρισκόταν σε επιφυλακή για μια νέα επίθεση των βόρειων γειτόνων της). Η οικονομία των Ιλλυριών παρέμεινε σε όλη την αρχαιότητα σχεδόν σε πρωτόγονο στάδιο και περιοριζόταν στην κτηνοτροφία, στην επεξεργασία μαλλιού και δέρματος και στην κατασκευή αγγείων με ελληνικά πρότυπα. Απομίμηση της ελληνικής τέχνης παρατηρείται και σε άλλα λιγοστά αρχαιολογικά ευρήματα, κινητά ή ακίνητα, που αποδίδονται στους Iλλυριούς (κοσμήματα, δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, ψηφιδωτά κ.ά.) και που χρονολογούνται κυρίως από τον 4ο ως τον 2ο π.Χ. αι., περίοδο ακμής των Ιλλυριών.

Ακόμη και οι ένδοξοι Μακεδόνες βασιλείς, Φίλιππος και Αλέξανδρος, αν και κατάφεραν να περιορίσουν τους Ιλλυριούς, δεν μπόρεσαν να τους καθυποτάξουν. Αυτό το πέτυχαν οι Ρωμαίοι το 168 π.Χ., χρονολογία που σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τον αρχαίο λαό των Ιλλυριών. Χάρη στην Εγνατία οδό, που ένωνε τη Ρώμη με την Ασία, οι κεντρικές περιοχές της Αλβανίας αναπτύχθηκαν, αλλά οι βόρειες παρέμειναν ανέπαφες. Πολλοί Ιλλυριοί κατατάχθηκαν στις ρωμαϊκές λεγεώνες και Ρωμαίοι άποικοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή τους. Έντονες υπήρξαν οι λατινικές επιδράσεις και οι σχέσεις με τη Ρώμη ήταν τόσο στενές ώστε επτά Ιλλυριοί, μεταξύ τους ο Διοκλητιανός και ο Κλαύδιος, να γίνουν αυτοκράτορες. Η έντονη όμως ρωμαϊκή στρατολογία και οι επιδρομές Ούννων, Βανδάλων και Γότθων προκάλεσαν αραίωση του πληθυσμού και παρακμή στα τέλη της αρχαιότητας.
 
Τα βυζαντινά χρόνια


Με τον χωρισμό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η Αλβανία περιέρχεται στο ανατολικό τμήμα ήδη εκχριστιανισμένη, ενώ συνεχίζονται επιδρομές από νέα φύλα, όπως τους Σέρβους και τους Βουλγάρους. Παρά την αναστάτωση και τα δεινά των επιδρομών, η τέχνη στην Αλβανία γνωρίζει άνθηση και πάλι όμως οι Αλβανοί δεν δημιούργησαν πρωτότυπα έργα, αλλά τόσο η αρχιτεκτονική όσο και η αγιογραφία έχουν έντονες βυζαντινές επιδράσεις, πολλοί μάλιστα αγιογράφοι που διακόσμησαν τις εκκλησίες τους ήταν Έλληνες. Στο Βυζάντιο οφείλεται και η επικράτηση των όρων Aλβανός από τον 11ο αιώνα. Μέχρι τότε η βυζαντινή διοίκηση έκανε λόγο για Ιλλυριούς και είχε ορίσει και Ιλλυρικό θέμα (από την περιοχή αυτή καταγόταν και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, του οποίου η εθνικότητα ακόμα προβληματίζει, αφού η ονομασία Iλλυριός προσδιόριζε όλους τους κατοίκους του Iλλυρικού θέματος και όχι αποκλειστικά αυτούς που ανήκαν στην ιλλυρική φυλή). Οι ονομασίες που καθιερώθηκαν έκτοτε για τους Αλβανούς και τη χώρα τους είχαν πρωτοχρησιμοποιηθεί από τους Ρωμαίους και προέρχονται ετυμολογικά από το Αλβανόν όρος, βουνό του Λατίου. Στην ιταλική περιοχή γύρω από το όρος κατοικούσαν ιλλυρικοί πληθυσμοί και συνεκδοχικά όλες οι περιοχές όπου υπήρχαν Ιλλυριοί ονομάστηκαν Αλβανία.

Οι τελευταίοι αιώνες πριν από την τουρκική κατάκτηση στάθηκαν πολύ ταραχώδεις και επώδυνοι για τον πληθυσμό της Αλβανίας. Βυζαντινοί, Σέρβοι, Βενετοί, Σικελοί και Νορμανδοί προσπαθούσαν πεισματικά να επιβάλουν την κυριαρχία τους στην περιοχή. Οι βαρβαρικές επιδρομές προκάλεσαν κύματα φυγής προς την Ελλάδα, κυρίως προς την Πελοπόννησο, την Αττική, τη Βοιωτία, την Κορινθία και την Εύβοια. Οι Αλβανοί πρόσφυγες θα καταταγούν αργότερα στο σώμα των stradioti λόγω της πολεμικής τους ικανότητας και θα ενισχύσουν τους Βενετούς κατά των Τούρκων. Πίσω στην Αλβανία οι βαρβαρικοί πληθυσμοί που άρχισαν να εγκαθίστανται εκεί ήδη από τον 6ο αι. και οι συνακόλουθες επιμειξίες αλλοίωναν τη σύσταση του πληθυσμού.
 

Η τουρκική κατάκτηση

Την ίδια στιγμή οι Οθωμανοί Τούρκοι επελαύνουν σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Το 1430 κυριεύουν τα Ιωάννινα και βρίσκονται σχεδόν έξω από την πόρτα των Αλβανών. Η σύγκρουση δεν αργεί. Ηγετική μορφή της αλβανικής άμυνας αναδείχθηκε ο Σκεντέρμπεης, εθνικός ήρωας των Αλβανών. Όμηρος των Τούρκων στα νεανικά του χρόνια και εξισλαμισμένος, επέστρεψε στην πατρίδα του και στον χριστιανισμό και συνένωσε τα πριγκιπάτα, στα οποία ήταν χωρισμένη η Αλβανία. Εκλέχθηκε αρχηγός της "Αλβανικής Ένωσης", συνέλευσης των Αλβανών φεουδαρχών, και αρχιστράτηγος του ομοσπονδιακού αλβανικού στρατού. Η απροσδόκητα πολύχρονη αντίσταση και αντοχή του αλβανικού έθνους απέναντι στον στρατό του Μωάμεθ του Πορθητή και του Μουράτ Β' προκάλεσε τον θαυμασμό πολλών και εξυμνήθηκε αιώνες μετά από τον λόρδο Βύρωνα και τον Μαρξ. Οι ίδιοι οι Τούρκοι τον τίμησαν με το παρατσούκλι Ισκεντέρμπεη (Μέγας Αλέξανδρος) που επισκίασε το πραγματικό του όνομα (Γεώργιος Καστριώτης). Τα λόγια του Σκεντέρμπεη μαρτυρούν την αγάπη του για τον λαό του και τη φιλοπατρία των Αλβανών: "Δεν είμαι εγώ που σας φέρνω τη λευτεριά", έλεγε στα παλικάρια του. "Τη λευτεριά τη βρήκα σε σας, στην ψυχή σας, στη συνείδησή σας... Μήτε τα όπλα τα βρήκα εγώ. Σας βρήκα αρματωμένους και έτοιμους για αγώνα και θάνατο". Αλλά ο θάνατος του Σκεντέρμπεη το 1468 κατάφερε μοιραίο πλήγμα στο ηθικό των συμπατριωτών του και δέκα χρόνια μετά η Αλβανία πέφτει στα χέρια των Τούρκων, όπου και θα παραμείνει για 450 περίπου χρόνια. Νέα κύματα φυγής σημειώθηκαν με κατεύθυνση την Ελλάδα, την Κάτω Ιταλία και τη Σικελία, ενώ όσοι παρέμειναν επιχείρησαν επανειλημμένα να αποτινάξουν την ξένη κυριαρχία.
 

Ο εξισλαμισμός

Για να δώσουν τέλος στα επαναστατικά τους κινήματα, οι Τούρκοι εγκατέστησαν μερικούς σε ελληνικές περιοχές και νησιά, αλλά, καθώς ούτε κι αυτό το μέτρο απέδωσε, προχώρησαν σε βίαιους εξισλαμισμούς από τον 17ο αι. Στην πλειοψηφία τους οι Αλβανοί απαρνήθηκαν την ορθόδοξη πίστη και άλλοι την κράτησαν φανερά ή κρυφά. Οι τελευταίοι είναι οι λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί, που τους συναντούμε και σε άλλες τουρκοκρατούμενες περιοχές, όπως στη Μικρά Ασία. Οπωσδήποτε όμως κάποιοι δεν προσήλθαν στον μωαμεθανισμό υπό το κράτος απειλών και βίας. Συχνά υπόδουλοι Χριστιανοί σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία δελεάζονταν από τις υποσχέσεις μιας καλύτερης ζωής και πρόδιδαν την πίστη τους για υλικά ανταλλάγματα. Η μεταστροφή πάντως των Αλβανών με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πράγματι περιόρισε τις εξεγέρσεις, αλλά έπληξε την εθνική τους συνείδηση και δημούργησε για τους άλλους βαλκανικούς λαούς έναν νέο δυνάστη. Τουλάχιστον οι Έλληνες δεινοπάθησαν και ένα χαρακτηριστικό δείγμα είναι τα γεγονότα που ακολούθησαν την αποτυχημένη επανάσταση των Ελλήνων το 1770. Η βοήθεια των Αλβανών προς τους Τούρκους για την καταστολή της επανάστασης στάθηκε πολύτιμη για τον κατακτητή, που για να τους ανταμείψει τους επέτρεψε να μετακινηθούν και να δράσουν στον ελλαδικό χώρο όπως ήθελαν, 15.000 Αλβανοί, αφού πρώτα εξισλάμισαν κατοίκους της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας και αφού κατέστρεψαν με σφαγές και λεηλασίες τα Τρίκαλα, τη Λάρισα και τον Βόλο, κατέβηκαν στην Πελοπόννησο. Το θράσος και η βαρβαρότητα απέναντι στους κατοίκους κινητοποίησε ακόμη και τους Τούρκους, που τελικά τους έδιωξαν. Όχι μόνο βασάνιζαν τους κατοίκους, για να τους αποκαλύψουν κρυμμένους θησαυρούς, αλλά ακόμη και αυτούς που δεν είχαν να τους δώσουν τίποτα τους αιχμαλώτιζαν ή τους έπαιρναν το σπίτι. Η πανουργία τους είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο που ανάγκαζαν τους κατοίκους να παίρνουν από αυτούς δάνειο με τόκο 60% και το πιο εξοργιστικό είναι πως τα λεφτά του δανείου οι δυστυχείς υποχρεωτικά τα έδιναν πίσω στους Αλβανούς για να σωθούν. Η κατάληξη όλων αυτών ήταν ένας λοφίσκος κρανίων αυτών των Αλβανών, ως τρόπαιο της νίκης των Τούρκων εναντίον τους.
Γενικά η σχέση Τούρκων και Αλβανών δεν ήταν πάντα αρμονική, αλλά επρόκειτο μάλλον για λυκοφιλία. Αν και αρκετοί βεζίρηδες και πασάδες υπήρξαν Αλβανοί και απλοί πολεμιστές υποστήριξαν ως μισθοφόροι τους Τούρκους εναντίον των εθνικών επαναστάσεων στα Βαλκάνια, μεγάλοι γαιοκτήμονες επιχείρησαν να ανεξαρτητοποιηθούν, όπως ο Αλή Πασάς. Επίσης μέρος του αλβανικού λαού βοήθησε τους Έλληνες το '21 και ο ίδιος ο Δημ. Υψηλάντης αναγνωρίζει την προσφορά τους σε επιστολή του προς Αλβανούς ηγέτες.

Η ιδέα της "Μεγάλης Αλβανίας"


Μετά την επιτυχία της Ελληνικής Επανάστασης, φοβούμενοι οι Τούρκοι μην εμπλακούν σε παρόμοιες περιπέτειες και στην Αλβανία, περιορίζουν τους Αλβανούς τσιφλικάδες, κάτι που προκαλεί βίαιες αντιδράσεις. Ο 19ος αιώνας υπήρξε δύσκολος. Αν και ήδη είχαν αναπτυχθεί με τη συμβολή και Ελλήνων μικρά αστικά κέντρα, η κατεξοχήν αγροτική Αλβανία πλήττεται από τη φτώχεια και τα χωριά της ερημώνονται από τη μετανάστευση των κατοίκων τους σε άλλες Βαλκανικές χώρες, στη Ρωσία και στην Αμερική. Παράλληλα η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου το 1878, που επιδίκαζε αλβανικές περιοχές στη Σερβία, στο Μαυροβούνιο και στη Βουλγαρία και η εκδίωξη των Tούρκων από άλλες Bαλκανικές χώρες, ήγειρε τα εθνικιστικά αισθήματα των Αλβανών. O εθνικιστικός αυτός πυρετός προκάλεσε, όμως και παραισθήσεις. Oι Aλβανοί άρχισαν να βλέπουν τον εαυτό τους κάτι σαν την "Αρία φυλή" των Βαλκανίων και δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να κλάψει ή να γελάσει, όταν διαβάζει στο ανάλογου πνεύματος σύγγραμμα του Λούμο Σκέντο ότι οι Έλληνες είναι αχάριστοι, γιατί δεν ανταπέδωσαν την προσφορά του Μιαούλη, της Μπουμπουλίνας, των οικογενειών Μπότσαρη και Τζαβέλλα ή των εθνικών ευεργετών Αρσάκη και Ζάππα, που, κατά το κείμενο πάντα, ήταν όλοι Αλβανοί(!). Καυχιέται μάλιστα ο συγγραφέας για την ομορφιά των Αλβανίδων, που ξεπερνά αυτή των Ελληνίδων, και καταλήγει στο εξής τραγελαφικό, ότι η Αλβανία έδωσε στον Όμηρο έναν Αχιλλέα και στην Ελλάδα έναν Μεγαλέξανδρο! Άσχετη με τον εθνικισμό της εποχής δεν είναι και η αυθαίρετη ανακήρυξη Αυτοκέφαλης Αλβανικής Εκκλησίας το 1921. Αν και στους Βαλκανικούς Πολέμους οι Αλβανοί πολέμησαν στο πλευρό των Τούρκων για να αποτρέψουν τον διαμελισμό της "Μεγάλης Αλβανίας" από όμορες χώρες, στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν δικό τους κράτος, επικαλέστηκαν τη βοήθεια της Ελλάδας. Ζήτησαν να περιληφθεί το μελλοντικό κράτος τους στο ελληνικό ως υποτελές, η ελληνική κυβέρνηση όμως αρνήθηκε, καχύποπτη για τα πραγματικά σχέδια των Αλβανών τη στιγμή μάλιστα που θεωρούσαν τμήμα του κράτους αυτού και όλη την Ήπειρο. Οι Τούρκοι βέβαια εμπόδισαν τις αυτονομιστικές προσπάθειες των Αλβανών και οι Νεότουρκοι επιχείρησαν να τους εκτουρκίσουν.
 

Η Αλβανία ανεξάρτητο κράτος


Οι ευρωπαϊκές, όμως, χώρες με πρώτες την Αυστρία και την Ιταλία, που ήθελαν ένα αλβανικό κράτος στην υπηρεσία των συμφερόντων τους, έλυσαν το ζήτημα με τον δικό τους τρόπο. Το 1920 η Αλβανία αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητο κράτος και έπαιρνε τη Σκόδρα ή Σκούταρι, γενέτειρα της Αλβανίδας αδελφής Τερέζας, από το Μαυροβούνιο και τη Βόρειο Ήπειρο. Η ελληνική πλευρά διαμαρτυρήθηκε έντονα, υποχώρησε όμως μπροστά στην υπόσχεση επιστροφής της Δωδεκανήσου, που τελικά δεν τηρήθηκε. Οι Βορειοηπειρώτες όχι μόνο είδαν αγώνες χρόνων για ένωση με την Ελλάδα να ναυαγούν, αλλά και υπέφεραν από την πρώτη στιγμή τον εκπαιδευτικό και θρησκευτικό διωγμό των αλβανικών κυβερνήσεων. Δεν εγκατέλειψαν την ελπίδα να ενταχθεί η περιοχή τους στην Ελλάδα -εξάλλου τα δημογραφικά δεδομένα ήταν με το μέρος τους- και τον διακαή πόθο τους εκδήλωσαν χρόνια μετά στην ενθουσιώδη υποδοχή του νικηφόρου ελληνικού στρατού που απελευθέρωνε το ένα μετά το άλλο τα ελληνόφωνα χωριά της Αλβανίας. Οι μεγάλοι όμως της Γης ήθελαν τη Βόρειο Ήπειρο για την Αλβανία και έτσι έγινε.
 

Αλβανία-Ιταλία

Παρά τη φαινομενικά ευνοϊκή στάση των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντί του, το νεοσύστατο αλβανικό κράτος είχε να αντιμετωπίσει νέες περιπέτειες. Ο πολιτικός Αχμέτ Ζώγου που πραξικοπηματικά ανέλαβε την εξουσία και αργότερα έγινε βασιλιάς της χώρας του, έκανε την Αλβανία ιταλικό προτεκτοράτο το 1927 προκειμένου να μη χάσει τα κεφάλαια που προσέφερε η Ιταλία για την οργάνωση του κράτους. Δέκα χρόνια μετά ο προδότης της πατρίδας του, έχοντας μαζί του το χρυσάφι του αλβανικού κράτους, ζητά καταφύγιο στην Ελλάδα διωγμένος από αυτούς που είχε υπηρετήσει πριν. Η Ιταλία, που ήθελε πια απόλυτο έλεγχο της χώρας, βρήκε, φαίνεται, καλύτερους συνεργάτες στα πρόσωπα άλλων Αλβανών καλοθελητών. Το 1939 η Αλβανία τίθεται κάτω από το ιταλικό στέμμα και προετοιμάζεται ως ορμητήριο κατά της Ελλάδας. Το ελληνικό στοιχείο διώκεται πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου και οργανώνονται από τους Ιταλούς αλβανικά τάγματα.
 

Το κομμουνιστικό καθεστώς

Η ξένη όμως κατοχή είναι μισητή σε κάθε λαό κι έτσι σε πείσμα των προδοτών τους οι Αλβανοί με το αντάρτικό τους αντιστέκονται στους Ιταλούς και Γερμανούς κατακτητές. Ηγετική μορφή τους αναδεικνύεται ο καθηγητής Γαλλικών, Εμβέρ Χότζα, που το 1944 εγκαθιστά κυβέρνηση στα Τίρανα. Δύο χρόνια μετά ανακηρύσσει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας και υιοθετεί σύνταγμα παρόμοιο με αυτά της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Θα υπερβαίναμε τους στόχους του άρθρου, αν αναλύαμε το καθεστώς του Χότζα, αλλά μια στάση στην περίοδο αυτή, τη σημαντικότερη της πρόσφατης ιστορίας των Αλβανών, είναι απαραίτητη. Όταν ο Χότζα ανήλθε στην εξουσία, η εικόνα της Αλβανίας ήταν τριτοκοσμική. Το μορφωτικό επίπεδο των Αλβανών ήταν άθλιο, με 80% αναλφάβητους και με ένα μόνο γυμνάσιο. Το δίκτυο συγκοινωνίας ήταν υποτυπώδες, η βιομηχανία ανύπαρκτη και η γη κτήμα λίγων μεγαλοτσιφλικάδων. Μετά τον θάνατό του, άφησε μια χώρα με πανεπιστήμιο και πολλά άλλα μορφωτικά και πολιτιστικά ιδρύματα, με ένα γενναιόδωρο σύστημα υγείας, με ένα μέτριο δίκτυο συγκοινωνίας, με τη βιομηχανία βασική πηγή εσόδων και με τη γη στα χέρια -αλλά όχι βέβαια στην ιδιοκτησία- του λαού. Η μουσική, η λογοτεχνία και κάθε μορφή τέχνης επικεντρώθηκαν στο σοσιαλιστικό καθεστώς και στην αλβανική παράδοση. Από την παράδοση αυτή, όμως, εξοστρακίστηκε η θρησκεία. Η Αλβανία αυτοανακηρύχθηκε άθεη χώρα, κάτι που σε μερικούς μπορεί να ακούγεται άκρως προοδευτικό, αλλά που στην πραγματικότητα αποτέλεσε καταπάτηση των θρησκευτικών δικαιωμάτων ενός ολόκληρου λαού. Όλοι οι ναοί, χριστιανικοί και μη, έκλεισαν και απαγορεύτηκε η τέλεση κάθε θρησκευτικής λατρείας. Τα ανθρώπινα δικαιώματα αγνοήθηκαν και στην περίπτωση των Ελλήνων της Αλβανίας, όπου όχι μόνο δεν τηρήθηκαν οι κανόνες για την προστασία των μειονοτήτων, αλλά και ασκήθηκε πίεση προκειμένου να απωλέσουν την εθνική τους φυσιογνωμία. Σε διεθνές επίπεδο η ρήξη με τη Δύση είναι αυτονόητη, σιγά σιγά όμως η Αλβανία απομονώθηκε και από τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, καθώς με άλλες είχε σύγκρουση εθνικών συμφερόντων και από άλλες δεν δεχόταν ούτε υποδείξεις.
 

Η σημερινή κατάσταση


Έτσι, όταν το 1985 ο Χότζα πέθανε και οι κυβερνήσεις που τον διαδέχτηκαν δεν κατόρθωσαν να αναπληρώσουν το κενό, η Αλβανία βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Αναγκαστικά τα πράγματα οδήγησαν σε προσέγγιση με τη Δύση και σε σταδιακό εκδημοκρατισμό της χώρας. Στα τέλη της δεκαετίας του '80 αίρεται το εμπόλεμο από την Ελλάδα, για πρώτη φορά Αλβανός αξιωματούχος επισκέπτεται δυτική χώρα, την Ισπανία, και το 1991 γίνονται οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές με ήττα του κομμουνιστικού κόμματος. Οι αλλαγές όμως αυτές δεν επενέργησαν στην οικονομική και κοινωνική κρίση που έπληξε, και ακόμα πλήττει την Αλβανία. Χιλιάδες Αλβανοί ξενιτεύτηκαν στην Ελλάδα και στην Ιταλία, η οποία προτίμησε να τους στείλει πίσω -ίσως και να βυθίσει πλοία(;)- και να ενισχύσει οικονομικά το αλβανικό κράτος. Οι νέες εξελίξεις δεν άγγιξαν επίσης και τους 300.000 Έλληνες κατοίκους της Βορείου Ηπείρου, που, αν και λιγότεροι κατά το ήμισυ πια, αγωνίζονται ακόμη για τη διασφάλιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων κυρίως στην πολιτική τους εκπροσώπηση, την παιδεία και τη θρησκεία τους.
Σήμερα υπάρχουν στον κόσμο 7.000.000 Αλβανοί, αλλά μόνο οι μισοί κατοικούν στην Αλβανία. Οι υπόλοιποι είναι συγκεντρωμένοι σε μεγάλες ομάδες στο Κοσσυφοπέδιο και στη Δημοκρατία των Σκοπίων και άλλοι σε ευρωπαϊκές χώρες ή στην Αμερική. Σίγουρα τα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός τους θα αυξηθεί κατά πολύ, αφού το 1/3 των κατοίκων της Αλβανίας είναι κάτω των 15 ετών. Η πολυτεκνία θεωρείται για τους Αλβανούς χρέος προς την πατρίδα. Στο Κοσσυφοπέδιο για παράδειγμα, όπου η υπογεννητικότητα των Σέρβων διατάραξε αποφασιστικά την εθνολογική ισορροπία, ο μέσος όρος τεκνογονίας είναι εννέα παιδιά και μια Αλβανίδα που έχει λιγότερα από επτά θεωρείται στείρα! Η θρησκευτική ανομοιογένεια -η πλειοψηφία των Αλβανών είναι μουσουλμάνοι, ακολουθούν οι Ορθόδοξοι και μειοψηφούν οι Καθολικοί- δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει τελικά την εθνική συνοχή τους λόγω της παραδοσιακής θρησκευτικής ανεκτικότητάς τους και της μακρόχρονης αποχής από τη θρησκευτική ζωή του κομμουνιστικού καθεστώτος -πολλοί Αλβανοί δηλώνουν εξάλλου άθεοι. Άλλος ένας παράγοντας που προς στιγμήν φάνηκε να διαχωρίζει τους κατοίκους της Αλβανίας ήταν ο γλωσσικός. Η αλβανική γλώσσα μαρτυρείται για πρώτη φορά σε γραπτό μνημείο τον 15ο αι. μ.Χ. και ελάχιστη σχέση έχει με την ιλλυρική, ενώ βρίθει από ελληνικά, λατινικά, γοτθικά, τουρκικά και σλαβικά δάνεια. Διακρίνεται σε τέσσερις διαλέκτους: την τοσκική, την γκεκική, την τσάμικη και τη λιάπικη. Με τη σύσταση του αλβανικού κράτους ξεκίνησε ένας ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο πρώτες για την επικράτηση. Αλλά το ζήτημα αυτό έληξε ειρηνικά με την επικράτηση της τοσκικής, η οποία, εκτός από τη νότια Αλβανία, ομιλείται και από τους Αρβανίτες της Ελλάδας και σε αλβανόφωνα χωριά της Ιταλίας. (Όσον αφορά τους Αρβανίτες που κατοικούν στην Ελλάδα, είναι μεν απόγονοι των Αλβανών που από τα βυζαντινά χρόνια άρχισαν να εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές, όμως γρήγορα ενσωματώθηκαν στον λαό που τους φιλοξένησε και απέκτησαν ελληνική συνείδηση. Μόνο η αβρανίτικη διάλεκτος, που τείνει πια να σιωπήσει, θυμίζει τη μακρινή καταγωγή τους).

Αν μπορούσαμε να αποδώσουμε με λίγα λόγια τη φυσιογνωμία του αλβανικού λαού, θα τοποθετούσαμε στην πρώτη θέση την εθνική τους περηφάνια και συνοχή. Αν και οι Αλβανοί είναι μοιρασμένοι σε τρεις βαλκανικές χώρες -Αλβανία, Γιουγκοσλαβία, Δημοκρατία των Σκοπίων- δεν λησμόνησαν ποτέ την κοινή καταγωγή τους και ούτε παραιτήθηκαν ποτέ από τη φιλοδοξία να ζήσουν όλοι μαζί σε μια "Μεγάλη Αλβανία". Στην ιστορία τους πέρασαν δύσκολες στιγμές και κατάφεραν να επιβιώσουν ακριβώς γιατί παρέμειναν πάντα ενωμένοι. Λαός σκληραγωγημένος και πολεμικός, ξέρει να διεκδικεί αυτό που θέλει -αλλά όχι πάντα αυτό που δικαιούται- και να συνάπτει προσωρινές φιλίες μέχρι να πραγματοποήσει τους στόχους του. Συμμάχους του έχει εξάλλου τον υπόγειο πλούτο της γης του -πετρέλαιο, λιγνίτη, φυσικό αέριο- και τη στρατηγική θέση της χώρας του, κατά συνέπεια λοιπόν και τους ισχυρούς του κόσμου.


Τα τελευταία χρόνια οι Αλβανοί ταλανίζονται από την οικονομική κρίση που ακολούθησε την πτώση του κομμουνισμού, από κοινωνικές εξεγέρσεις και μεγάλη ανεργία. Τα έσοδα της Αλβανίας προέρχονται από την εξόρυξη, τη δασοκομία, την κτηνοτροφία και τη γεωργία, αλλά η οικονομία της επιβιώνει χάρη στην ξένη βοήθεια. Αυτή ίσως η ανασφάλεια στο εσωτερικό συνδυασμένη με τον παραδοσιακό εθνικισμό των Αλβανών είναι που τους έχει ωθήσει τα τελευταία χρόνια να εξαπολυθούν σε αναζήτηση "αλύτρωτων πατρίδων" και "Τσαμουριών" και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα καταφέρουν με το πείσμα τους, που κατά τα άλλα είναι άξιο θαυμασμού και μίμησης.

Βιβλιογραφία
- Skendo Lumo, les Albanais chez eux et l' etranger, Lausanne 1919
- Winnifrith Tom, Perspectives on Albania London 1992
- Εγκυκλοπαιδειες "Πάπυρος -Λαρούς- Μπριτάννικα" και "Ιστορία του Ελληνικού Εθνους" της Εκδοτικής Αθηνών